Το σινάπι, φυτό με μακραίωνη ιστορία, άφησε το στίγμα του στην ανθρωπότητα αποτελώντας τη βάση για τη δημιουργία της περίφημης μουστάρδας που δίνει νοστιμιά στα φαγητά μας. Η ιστορία του σιναπόσπορου ξεκινάει περίπου το 3000 π.Χ στην Ινδία, όπου αναφέρεται σε σανσκριτικές γραφές εκείνης της περιόδου. Εκτός από τους Ινδούς και άλλοι αρχαίοι λαοί γνώριζαν το σινάπι και το χρησιμοποιούσαν ως μπαχαρικό, άρτυμα ή φάρμακο.
Στην Αίγυπτο έριχναν σινάπι στο φαγητό τους και μασούσαν ολόκληρους τους σπόρους καθώς έτρωγαν κρέας προκειμένου να βελτιώσουν τη γεύση του. Στην Ευρώπη ήταν ίσως το μοναδικό μπαχαρικό που ήταν γνωστό πριν ακόμα να έρθουν τα υπόλοιπα Ασιατικά μπαχαρικά.
Στην αρχαία Ελλάδα τον 6ο αιώνα π.Χ ο μαθηματικός Πυθαγόρας συνιστούσε το σινάπι ως φάρμακο για τα τσιμπήματα των σκορπιών, ενώ έναν αιώνα αργότερα, ο Ιπποκράτης το χρησιμοποιούσε σε καταπλάσματα και φάρμακα.
Μπορεί να χρησιμοποιούσαν όλοι αυτοί οι λαοί το σινάπι, ωστόσο οι πρώτοι που πειραματίστηκαν με το φυτό ήταν οι Ρωμαίοι. Ανακάτεψαν τους σιναπόσπορους με το μούστο και δημιούργησαν ένα παρασκεύασμα που μοιάζει με τη σημερινή μουστάρδα. Μία συνταγή για μουστάρδα αναφέρεται στο βιβλίο μαγειρικής «Απίκιος» που χρονολογείται στα τέλη του 4ου ή στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ.
Αργότερα, οι Ρωμαίοι διέδωσαν το σινάπι στη Γαλατία. Οι Γάλλοι καλόγεροι πήραν τη γνώση που είχαν οι Ρωμαίοι για τη μουστάρδα και ξεκίνησαν τη δική τους παραγωγή. Έτσι, η μουστάρδα διαδόθηκε σταδιακά σε όλη την Ευρώπη, εξελίχθηκε ως προς τα συστατικά της και έγινε σήμερα ένα από τα πιο αγαπητά και δημοφιλή αρτύματα.

Οι συναπόσποροι είναι μικροί σε μέγεθος και δεν έχουν από μόνοι τους ιδιαίτερο άρωμα και γεύση. Όταν όμως έρθουν σε επαφή με υγρά, απελευθερώνουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της μουστάρδας. Συναντώνται σε διάφορα χρώματα (άσπρο, μαύρο, καφέ, κίτρινο) και δίνουν διαφορετικής έντασης πικάντικη γεύση, ανάλογα με το συγκεκριμένο είδος στο οποίο ανήκουν. Οι κίτρινοι σπόροι έχουν την πιο ήπια γεύση από όλους, οι καφέ μέτρια πικάντικη και οι μαύροι την πιο έντονη γεύση.
Σήμερα, εκτός από βασικό συστατικό στην παρασκευή μουστάρδας, ο σιναπόσπορος είναι μπαχαρικό γενικής χρήσης, χρησιμοποιείται για τη δημιουργία αρωματικού αιθέριου ελαίου και επίσης εμπεριέχεται σε διάφορα φαρμακευτικά προϊόντα όπως αλοιφές και καταπλάσματα.

Προέρχεται από τον Καναδά, τις Η.Π.Α, την Ευρώπη (Ουγγαρία, Ρουμανία, Τσεχία, Πολωνία, Ουκρανία, Γαλλία, Αγγλία) και την Ασία (Ινδία, Κίνα, Νεπάλ, Ιαπωνία).
Οι σπόροι του έχουν πικάντικη γεύση που διαφοροποιείται ανάλογα με το είδος στο οποίο ανήκουν. Οι κίτρινοι σπόροι έχουν την πιο ήπια γεύση από όλους, οι καφέ μεσαία γεύση και οι μαύροι πιο έντονη.
Δίνει πλούσια γεύση στο κρέας, στο ψάρι, στα πουλερικά, στα βρασμένα λαχανικά, στις σάλτσες και στα ντρέσινγκς.